Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

            Περιοδικό κινηματογράφου

Σινεμά, κριτική & προβολές στην πόλη

Θοδωρής Δημητρόπουλος

Θοδωρής Δημητρόπουλος

Συνέντευξη
Ασπασία Λυκουργιώτη

Κριτικός κινηματογράφου του σάιτ News247.gr, senior entertainment editor του Oneman.gr, συνεργάτης του Flix.gr και cο-host του podcast "Pop για τις Δύσκολες Ώρες" του Oneman.gr. Ξεκίνησε ως μέλος της ομάδας προγραμματισμού των Νυχτών Πρεμιέρας με τις οποίες συνεργάστηκε σε 4 editions. Έχει γράψει για τα περιοδικά ΣΙΝΕΜΑ, Ποπ+Ροκ, Esquire, Nitro και διετέλεσε κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Έθνος.

Μια σειρά συζητήσεων με κριτικούς κινηματογράφου για το θέμα της κριτικής και τον τρόπο που αρθρώνεται στο κινηματογραφικό τοπίο του 21ου αιώνα.

 

C: Από πότε ασχολείστε με την κινηματογραφική κριτική; Πιστεύετε έχει αλλάξει η κινηματογραφική δημιουργία και παραγωγή από τότε που ξεκινήσατε μέχρι σήμερα; 

Θοδωρής Δημητρόπουλος: Σε επαγγελματικό επίπεδο, ασχολούμαι με την κριτική κάτι παραπάνω από 10 χρόνια, μια περίοδο που συνέπεσε με την καθιέρωση της τηλεόρασης ως παράλληλου αντικειμένου ανάλυσης, με την έκρηξη του streaming και με τους κινηματογραφικούς υπερήρωες ως κυρίαρχη έκφραση του monoculture. Όλοι αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό και αλληλοβοήθεια μεταξύ τους, έχουν κάπως σχηματίσει το σημερινό τοπίο μιας βιομηχανίας που μοιάζει ταυτόχρονα απόλυτα σίγουρη και απόλυτα αβέβαιη για το τι λειτουργεί και τι όχι.
Πάντως, η πιο ενδιαφέρουσα πρόσφατη τάση αφορά το φεστιβαλικό, και ιδίως, νομίζω, το μη αγγλόφωνο σινεμά. Η αμεσότητα με την οποία διαχέεται πλέον η κυκλοφορία, καθώς και -πάλι!- η ευκολία της ιντερνετικής θέασης έχουν δημιουργήσει μια σινεφιλική κουλτούρα κάπως πιο ενθουσιωδώς ανοιχτή (και περιέργως πιο βασισμένη στα memes απ’ ό,τι στο κείμενο, το οποίο είναι ένα άλλο ολόκληρο θέμα). Οι μετατοπίσεις έχουν ενδιαφέρον: Το Φεστιβάλ Βενετίας έχει μετακινηθεί με άλματα προς το Χόλιγουντ και το Χόλιγουντ μοιάζει να έχει μετακινηθεί (ή έστω να κοιτάζει) προς τις Κάννες. Μια κορεάτικη ταινία για την ταξική πάλη με Χρυσό Φοίνικα γίνεται μαζικό χιτ και κερδίζει βραβεία χολιγουντιανών σωματείων, μια υπερηρωική ταινία από τον σκηνοθέτη του «Hangover» κερδίζει Χρυσό Λιοντάρι. Κάτι έχει αλλάξει σίγουρα.

C: Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η σχέση της κινηματογραφικής κριτικής με την κινηματογραφική δημιουργία; Σήμερα οι κριτικοί επηρεάζουν τους δημιουργούς; 

ΘΔ: Δεν έχω προσωπική εικόνα ή αίσθηση του κατά πόσο ίσχυε αυτό και σε ποια μορφή πριν το Ίντερνετ και τα σόσιαλ. Όμως νομίζω, σήμερα, πολύ περισσότεροι δημιουργοί απ’ όσοι θα έπρεπε επηρεάζονται πολύ περισσότερο από τις αντιδράσεις στο έργο τους απ’ ό,τι θα έπρεπε. Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση πως ένας άνθρωπος πρέπει να είναι βράχος αμετακίνητος και απαράλλαχτος. Η ζωή μάς μαθαίνει και μάς σχηματίζει, αλλάζουμε και εξελισσόμαστε. Και πάντα πρέπει να κοιτάμε καθετί που κάνουμε ως μια διαδικασία σχηματισμού. Αλλά πολλοί δημιουργοί μοιάζουν κάπως υπερβολικά online. Γενικότερα, είναι κάπως παγίδα το να αναλώνεται κανείς σε συγκεκριμένες αντιδράσεις και κριτικές. Αναπόφευκτα, μετά μπαίνει σε διαδικασία απάντησης. Το έργο όμως -πρέπει να- είναι για πάντα.

C: Υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο κινηματογραφικό είδος ή κάποιος αγαπημένος σκηνοθέτης που, ακόμα και «παράλογα», αγαπάτε πολύ; 

ΘΔ: Δύο είδη που αγαπώ πολύ είναι, κατά πρώτον, οι ιστορίες ενηλικίωσης με κοινωνική συναίσθηση, που κινηματογραφούνται παντελώς απαλλαγμένες από επιτηδευμένα στιλιστικά τρικ, όπως το «Lady Bird» και το «Girlhood» -δύο από τις ταινίες της δεκαετίας για μένα- ή και το σχεδόν εξίσου καλό «The Edge of Seventeen». Γιατί στην ιδανική τους εκδοχή προσφέρουν μια φρέσκια ματιά στο πώς αρχέτυπα χαρακτήρων τοποθετούνται σε νέες κοινωνικές δυναμικές που σχηματίζονται γύρω τους. Αγαπώ, επίσης, και το παντελώς αγνό σινεμά δράσης, όσο το δυνατόν απογυμνωμένο από μυθολογίες και πλοκές -ακόμα και διαλόγους!- και εστιασμένο απόλυτα στο πώς ένας σπουδαίος τεχνίτης-σκηνοθέτης μπορεί να αποδώσει κίνηση σωμάτων, αντικειμένων και χρωμάτων μέσα σε κινηματογραφικούς χώρους. Γενικά, με συναρπάζει το σινεμά που παρακολουθεί χειρονομίες και ενέργειες και τοποθετεί ανθρώπους μέσα σε περιβάλλοντα, μιλώντας μέσα από συνθέσεις και κινήσεις. Αγαπημένοι ενεργοί σκηνοθέτες (κάποιοι εκ των οποίων λειτουργούν ενίοτε σε αυτές τις κατευθύνσεις, αλλά όχι απαραίτητα): Στίβεν Σόντερμπεργκ, Μάικλ Μαν, Ντέμπρα Γκράνικ, Σελίν Σιαμά, Πέδρο Κόστα, Πολ Γ.Σ. Άντερσον, Ντέιβιντ Φίντσερ, Λουκρέσια Μαρτέλ, Γκρέτα Γκέργουιγκ, Χου Χσιάο-χσιέν, Τέρενς Μάλικ (ιδιαίτερα η περίοδός του μετά «Το Δέντρο της Ζωής»), Γουόνγκ Καρ-βάι.

C: Έχετε σκεφτεί ποτέ να περάσετε και στην άλλη πλευρά; Έχετε πειραματιστεί ποτέ με τη συγγραφή σεναρίου, την υποκριτική ή τη σκηνοθεσία; 

ΘΔ: Όχι, στην πραγματικότητα - πέρα από μικροπειραματισμούς από περιέργεια κυρίως. Δεν έχω ούτε τη συγκρότηση ούτε την αυτοπειθαρχία για κάτι τέτοιο. Βρίσκω, περιέργως, πιο συναρπαστικό το να ανακαλύπτω πτυχές και ιδέες σε κινηματογραφικά έργα, τα οποία είναι με κάποιον τρόπο σε διάλογο με κάτι που βλέπω κι εγώ στον κόσμο, και να λειτουργώ πάνω σε αυτήν τη βάση.

C: Νιώθατε κάποια εποχή η δουλειά σας να είναι κομμάτι ενός ευρύτερου αισθητικού ή πολιτικού ακόμα κινήματος; 

ΘΔ: Προσπαθώ να αποφεύγω να έχω τόσο συνειδητή συναίσθηση. Πολύ συχνά με εξιτάρει ο κινηματογραφικός στρουκτουραλισμός, αλλά, από την άλλη, παραδίδομαι με εξαιρετική ευκολία σε κάθε υποψία αφήγησης «φάτε τους πλούσιους». Ίσως απλώς αντιδρώ στα πάντα.

C: Ακολουθείτε κάποια μέθοδο κατά την κριτική μιας ταινίας; Ποια είναι, δηλαδή, τα κριτήριά σας; Υπάρχει κάποιο που υπερισχύει έναντι άλλων; 

ΘΔ: Τα πάντα είναι εν δυνάμει κριτήρια. Η μόνη μέθοδος είναι η προσπάθεια να εντοπιστεί κάποια γενικότερη αλήθεια ή αίσθηση που επιχειρεί να επικοινωνήσει μια ταινία και γύρω από αυτήν προσπαθώ να στήνω κάθε άλλη τεχνική παρατήρηση ή ανάλυση. Αν δεν εντοπίσω ένα κεντρικό -έστω και αθέλητο- thesis, είναι σαν να προσπαθώ να λύσω εξίσωση χωρίς δεδομένα. Αυτό υπερισχύει έναντι όλων.

C: Σε τι βαθμό θέλετε η κριτική σας να είναι αντικειμενική -σύμφωνα με τον τρόπο που εσείς το εννοείτε- και σε τι βαθμό θέλετε να είναι υποκειμενική, δηλαδή να εμφανίζεται μέσα σε αυτήν και η δική σας αισθητική άποψη ή ιδεολογική τοποθέτηση;

ΘΔ: Πιστεύω πολύ στο να αναλύεται ένα έργο με τρόπο που ο κάθε αναγνώστης θα μπορεί να ανασυνθέσει τη δική του οπτική μέσα από το ίδιο κείμενο. Λιγότερο, δηλαδή, «σωστό - λάθος» και περισσότερο εργαλεία. Η ανάγνωση, ωστόσο, γίνεται αναγκαία αντιπαραβάλλοντας, όπως λέτε, αισθητική άποψη και ιδεολογική τοποθέτηση - τη δική μας, του δημιουργού, του έργου. Νομίζω πως αυτές οι προσεγγίσεις δεν αναιρούν η μία την άλλη.

C: Πόσο χρηστικό ή πόσο περιοριστικό είναι η βαθμολόγηση μιας ταινίας (αστεράκια); 

ΘΔ: Είναι αρκετά περιοριστικό, αλλά καταλαβαίνω τη χρήση τους. Στην πράξη η mainstream κριτική, για να μπορεί να επιβιώσει σε ένα δύσκολο εμπορικό περιβάλλον, πρέπει να παρουσιάζει και μια κάπως πιο χρηστική διάσταση. Είναι πρόκληση το να προσπαθείς να συνδυάζεις κριτική και -στην ουσία- οδηγό αγοράς, αλλά μπορεί να είναι και καλή άσκηση. Έτσι και τα αστεράκια μπορούν να είναι περιορισμός, μπορούν να είναι και εργαλείο.

C: Δεδομένου ότι η κριτική σήμερα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την κινηματογραφική αγορά των ανεξάρτητων ταινιών και πώς αυτές θα κινηθούν στο κοινό, ποια νομίζετε πως πρέπει να είναι η στάση της; 

ΘΔ: Η κριτική δεν πρέπει να φοβάται να παθιαστεί με κάτι νέο ή διαφορετικό ή αντιφατικό και περίπλοκο. Ακόμα κι αν αυτό αποτελέσει ρίσκο. Το πιο ασφαλές και πιο γνώριμο, αναγκαστικά, θα δουλεύει πάντα καλύτερα για το industry. Αλλά, πιστεύω, πάντα πρέπει να παθιαζόμαστε με το άγνωστο (χωρίς να χάνουμε ποτέ τη σύνδεση με το παρελθόν).

C: Σίγουρα βλέπετε πολλές ταινίες μέσα στον χρόνο. Πόσο επηρεάζουν οι ταινίες τη ζωή σας; 

ΘΔ: Απόλυτα. Κάθε φορά που ενθουσιάζομαι με κάτι καινούργιο, μπαίνω σε μια διαδικασία σκέψης για το τι σημαίνει αυτό για την κοσμοθεωρία και την αισθητική μου και για τον κόσμο γύρω μου. Ακόμα κι όταν στέκομαι πολύ αρνητικά απέναντι σε κάτι, με ενδιαφέρει το γιατί συμβαίνει αυτό ή το γιατί αυτό το φιλμ πιθανώς γνώρισε επιτυχία ή πώς έφτασε στο σημείο όπου έφτασε. Λατρεύω το context, και ειδικά όπως το αντιλαμβάνομαι μέσα από το σινεμά. Μου αρέσει να βλέπω ταινίες ξανά και ξανά στο πέρασμα του χρόνου, για να δω τι καινούργιο βγαίνει από μέσα τους ή πώς έχω μετακινηθεί εγώ. (Κάθε Πρωτοχρονιά βλέπω το «Inside Llewyn Davis» των Κοέν και κάθε φορά νιώθω πως βλέπω κάτι καινούργιο στον καθρέφτη). Λατρεύω να χωρίζω νοητικά ταινίες σε φιλμογραφίες ή σε συλλογές και να τις παρακολουθώ ξανά ή και για πρώτη φορά, τη μία δίπλα στην άλλη και σε σχέση με την άλλη. Είναι σαν να τις ακούω να συζητάνε μεταξύ τους και νιώθω πως πάντα θα πουν κάτι ενδιαφέρον. Με βοηθούν να βγάλω νόημα.

C: Θεωρείτε ότι οι ταινίες μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο; Πού πάει το σινεμά όταν τελειώνει; 

ΘΔ: Πίσω στον κόσμο. Δεν αλλάζει κάτι, αποτυπώνει, ρωτά και αναλύει. 

 

Cinematek T. 12