Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

            Περιοδικό κινηματογράφου

Σινεμά, κριτική & προβολές στην πόλη

midnight express καπρανος

Midnight Express

Του Άκη Καπράνου

 

Αρχικά ήταν οι πρώτες μεταμεσονύχτιες προβολές στην Αθήνα. Όπως, δηλαδή, ξεκίνησαν στο «Άμλετ» στην Πατησίων και συνεχίστηκαν στο «Ριάλτο», στο «Άλφαβιλ», στο «Ιντεάλ», στην «Ααβόρα» και στη «Δεξαμενή». Αρχικά, μέσα στο έντονα πολιτικοποιημένο κλίμα της Μεταπολίτευσης, αλλά κόντρα σε αυτό: Ένα double bill ενός ιταλικού «Μασίστα», για παράδειγμα, πλάι στο «Αδέλφια μου, αλήτες, πουλιά» με τον Τόλη Βοσκόπουλο, δημιουργούσε ουρές θεατών που ήθελαν να σταθούν απέναντι σε αυτό το κύμα σοβαροφάνειας και πολιτικής διδαχής. Με άλλα λόγια, ο χαβαλές που προέκυπτε μέσα στην αίθουσα αποτελούσε μια ξεκάθαρη πολιτική θέση. Οι πρωτεργάτες, γνωστοί και μη εξαιρετέοι: Νίνος Φένεκ Μικελίδης, Νίκος Ζερβός, Βαγγέλης Κοτρώνης, Βάσος Γεώργας, Αντώνης Στεργιάκης και, μετέπειτα, ο αξέχαστος Μπάμπης Ακτσόγλου - όλοι τους έβαλαν ένα λιθαράκι για να στηθεί μια κοινότητα που, όμως, μεγάλωσε κι έχασε το ενδιαφέρον της, μέχρι που το «κίνημα» έσβησε και οι κόπιες αυτές σάπισαν σε κάποιες αποθήκες.

Στη συνέχεια, ταξιδεύοντας στο εξωτερικό, παρατήρησα πως οι μεταμεσονύχτιες προβολές είχαν και έναν άλλο χαρακτήρα: λειτουργούσαν ως μια «άτυπη» κινηματογραφική λέσχη, παρουσιάζοντας ταινίες που δεν μάζεψαν στην εποχή τους τα περισσότερα αστέρια των κριτικών, αλλά είχαν αποκτήσει με τον χρόνο ένα βαθύ αποτύπωμα στη συνείδηση του κοινού. Η γαλλική Ταινιοθήκη, το σινεμά «Prince Charles» στο Λονδίνο και η αλυσίδα κινηματογράφων «Alamo Drafthouse» στις ΗΠΑ γέμιζαν ασφυκτικά με ένα κοινό διψασμένο να δει ταινίες όπως το «Ghostbusters», το «Aliens» ή το «Breakfast Club». Ταινίες-χνάρια της pop κουλτούρας, με άλλα λόγια. Τελικά, το «Midnight Express» κράτησε κάτι και από τις δύο καταστάσεις, αλλά απέκτησε και έναν δικό του, προσωπικό χαρακτήρα, κυρίως επειδή εγώ ήθελα να δω στη μεγάλη οθόνη και ταινίες που δεν είχα δει ποτέ, αλλά πίστευα πως έπρεπε να ειδωθούν από ένα νεότερο κοινό, που αλλιώς δεν θα τις ανακάλυπτε ποτέ. Ταινίες όπως το «Husbands» του Τζον Κασσαβέτη ή το «All Τhat Jazz» του Μπομπ Φος, ταινίες «αντι-ηρώων». Και στις δύο προβολές η αίθουσα γέμισε ασφυκτικά - σε πείσμα όλων αυτών που πίστευαν πως η μεταμεσονύχτια προβολή απευθύνεται αποκλειστικά σε χαβαλεδιάρηδες.

Γεννιούνται παρέες στην «Ααβόρα». Άνθρωποι που ήρθαν μόνοι τους από περιέργεια πριν από τρία χρόνια, τώρα σκάνε και φεύγουν με άλλους δέκα. Οι συνθήκες προβολής είναι ιδανικές για κάθε ταινία - και, ακόμα περισσότερο, το κοινό καταλαβαίνει πολύ καλά πώς να αντιδράσει σε κάθε ταινία. Αν η σκηνή προκαλεί γέλιο, θα γελάσουν. Αν η σκηνή απαιτεί σιωπή, θα κρατήσουν μέχρι και την αναπνοή τους. Και αυτό επειδή είναι σε ανοιχτό διάλογο με το φιλμ. Δεν νομίζω πως συμβαίνει πουθενά αλλού στην Αθήνα αυτό. Ακόμη θυμάμαι τις κυρίες που μου έκαναν παρατήρηση σε ονομαστή αίθουσα επειδή γελούσα με τα λεκτικά καλαμπούρια του «Κυνόδοντα» - σε φάση «δεν γελάμε με σοβαρή ταινία που πήρε βραβείο στις Κάννες». Το νεανικό κοινό, όμως, έχει αντίληψη και δεν δέχεται οδηγίες. Γιατί το «Midnight Express» γεννήθηκε μέσα από το κοινό του: μέχρι σήμερα δεν έχω στείλει ούτε ένα δελτίο Τύπου σε εφημερίδα, ούτε έχω δώσει κάποια συνέντευξη σε έντυπο. Διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και, φυσικά, μέσω Διαδικτύου: Η σελίδα μας στο Facebook ξεκίνησε με 200 μέλη - σήμερα κοντεύουμε τα 8.000. 

Το «Midnight Express» είναι χώρος ακραίας συντροφικότητας, χώρος λατρείας του σινεμά (είτε αφορά ταινίες του Κιούμπρικ είτε ταινίες του Εντ Γουντ - έχουμε παίξει και απ’ τα δύο). Είναι η ζεστασιά της «Ααβόρα» (η μόνη αίθουσα που δέχτηκε να το φιλοξενήσει, όταν όλοι μάς «κέρασαν» πόρτα - δίχως την Πέγκυ Ρίγγα δεν θα είχαμε ριζώσει), είναι ο κόσμος του, που με εμπιστεύεται, και το μεγαλύτερο κερδισμένο στοίχημα της ζωής μου. 

 

(φωτογραφία: Γιάννα Φώτου) 

 

Cinematek T. 10