Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

            Περιοδικό κινηματογράφου

Σινεμά, κριτική & προβολές στην πόλη

νετφλιξ

Μια κριτική του υπαρκτού κόσμου στα χνάρια του Νέτφλιξ

Του Τάσου Στεργίου 

 

1. Η πρώτη κρίση των κινηματογραφικών αιθουσών ήρθε ασφαλώς με την τηλεόραση, που έκανε την κινούμενη εικόνα διαθέσιμη στο σπίτι, για να ακολουθήσει η δεύτερη φάση, με τον ερχομό του VHS, που απεμπόλησε οριστικά το μονοπώλιο των ταινιών που απολάμβαναν έως τότε οι αίθουσες. Το ίντερνετ έφερε τη νέα, ευρεία έννοια του «περιεχομένου» και άρχισε να καταπίνει ολόκληρους κλάδους δραστηριότητας και τεχνικής, φέρνοντάς το όλο στα μέτρα του και προς άμεση παγκόσμια δημοσίευση. Έτσι, ήρθε και η «Α’ προβολή» στο σπίτι του κάθε χρήστη. Η πρώτη περίοδος της πειρατείας στο ίντερνετ καλλιέργησε, ταυτόχρονα, όλη την κουλτούρα της πολυ-χρήσης των υπολογιστών, δωρεάν, παρά τα κρυφά κόστη που μετακυλίονταν σε άλλους. Πρώτο θύμα του, η αγορά των βίντεοκλαμπ, καθώς και το άρπαγμα όλης της πίτας της «Β’ προβολής», που σε πολλές περιπτώσεις υπερέβαινε σε αξία τα box office των αιθουσών και της Α’ προβολής.

2. Είναι μια ειρωνεία που με κατατρώει. Υπάρχει το ερώτημα, κατά πόσο ο «Ηγεμόνας» του Μακιαβέλι είχε γραφτεί ως μαρτυρία, ως εξήγηση και διαφώτιση των από κάτω για τους μηχανισμούς και τα τεχνάσματα της άσκησης εξουσίας ή, αντίθετα, αν ήταν στην πραγματικότητα μια συμβουλευτική διατριβή προς κάποιον ηγεμόνα. Αν, δηλαδή, το έργο σκόπευε να αποκαθηλώσει τον εξουσιαστή ή, αντίθετα, δημιουργήθηκε για να εξουσιάζει. Θα μπορούσε κανείς να το σκεφτεί και για το «Κεφάλαιο» του Μαρξ: Τι συνείδηση των εαυτών τους και της λειτουργίας τους είχαν οι καπιταλιστές πριν από τον Μαρξ; Κι αν η αποκάλυψη του Μαρξ για τον τρόπο που πίνει το αίμα των θνητών ο καπιταλισμός και η θεωρία που αποκάλυπτε το «σύστημά» του έγιναν βασικό εργαλείο κατανόησης και κυριαρχίας; Σαν ο Μαρξ  να επιστρατεύτηκε από τους αντιπάλους του, αφού ακόμα και η ταξική συνείδηση μοιάζει να επιβεβαιώνεται συχνότερα από τους ισχυρούς, παρά από τους κολασμένους. Πρόσφατα, με όλη αυτήν την άσκηση βιοπολιτικής στα σώματά μας, μοιάζει σαν να μας επιτίθεται καθημερινά ο Μισέλ Φουκό. Σαν η ανάλυση και ο προσδιορισμός της εξουσίας και της κυβερνητικής από τον Φουκό να βοήθησε, από τη μία, στην κατανόηση των μηχανισμών της και, την ίδια στιγμή, να πρόσφερε στην εξουσία ένα αναλυτικό εργαλείο για τις λειτουργίες της ή, πιο απλά, ένα manual του εαυτού της. Υπό αυτήν την έννοια, θα μπορούσαμε να δούμε σήμερα μια εξουσία με πλήρη συνείδηση της εξουσίας της, εξυψώνοντας έτσι τον κυνισμό της.

3. Ο Νόμος του ισχυρού: Έsταινία είναι ένα και το αυτό: τAαινα ακατανόητο φαινόμενο για μη παραδοσιακές κοινωνίες, κοινωνίες δηλαδή που θέλουν να πιστεύουν στην αυτορύθμισή τους. Στο παιχνίδι του εμπορίου κερδίζει όποιος έχει τα περισσότερα χρήματα. Ο πιο μεγάλος παίκτης τα παίρνει όλα. Κάθε άλλη θεώρηση είναι απλώς παραπλανητική και η εξαίρεση δεν είναι κανόνας. Κάθε νέα αγορά, κάθε καινοτομία, το καθετί που μοιάζει να ταρακουνάει τα πράγματα είναι σήμερα προορισμένο να ενισχύσει και να ανανεώσει την κυριαρχία του ισχυρού, απλώς και μόνο επειδή είναι ισχυρός. Ο Πορτοκάλογλου και το «Μαζί μου έλα πάνω από τα σύννεφα» ήταν απλώς προορισμένοι να γίνουν τζιγκλάκι σε διαφήμιση σουπερμάρκετ. Το φαινόμενο της νέας αγοράς του καφέ εσπρέσο γεννήθηκε για να έρθει ο ισχυρός του κλάδου που κλονιζόταν από μια τέτοια εξέλιξη, να προσθέσει ένα «ν» στη λέξη και να κάνει όλο το προϊόν δικό του. Η παραποίηση είναι εδώ η λέξη-κλειδί. Λες και το καθετί που θα ειπωθεί, ό,τι κι αν σταθεί απέναντι στον ισχυρό, κάθε εμπεριστατωμένη ή άναρθρη κριτική, κάθε κίνηση, θα έρθει με κάθε τρόπο -αργά ή γρήγορα, μεθοδικά, αποφασιστικά- στα χέρια του ως προϊόν μονοπωλιακό. LET’S DIE IN SILENCE NOW.

4. Ο Νόμος της πραγματικότητας. Κάποιοι βιάστηκαν να δουν στο ίντερνετ και τη δομή του τον μοχλό μιας ριζικής κοινωνικής μεταβολής. Άλλωστε, και στον Μαρξ στοιχείο ανατροπής θεωρείται η τεχνολογία που θα αναγκάσει σε πτώση τον υπαρκτό μας κόσμο. Υπάρχει μια αντίληψη πως η πραγματικότητα, ως αντικειμενική, ξεπερνάει παγιωμένες κοινωνικές σχέσεις και σχέσεις εξουσίας, παραβλέποντας τον Νόμο του ισχυρού. Υπάρχει, όμως, και ο Μποντριγιάρ, που θεωρεί πως στην κοινωνία μας, που κατακλύζεται από τις εικόνες των μίντια, ακόμα κι αν έπαυε να υπάρχει ο κόσμος, δεν θα έκανε καμία διαφορά. Το ίντερνετ είχε αποκεντρωμένη δομή, ήταν οργανωμένο ως δίκτυο, έσπαζε το παραδοσιακό κέντρο και την ιεραρχία και την κοσμοεικόνα της μηχανής. Αποτέλεσε ένα γεγονός που πυροδότησε την πολιτική φαντασία προς άμεσα δημοκρατικές πολιτικές δομές και σχέσεις. Ταυτόχρονα, προσφέροντας ένα έδαφος παγκοσμίως κοινού χωροχρόνου, άρχισε, από τη μία, να κατεδαφίζει τα παραδοσιακά μίντια και τα τοπικά στεγανά της κυριαρχίας τους και, από την άλλη, να κάνει δυνατή, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, τη διάθεση όλης της γνώσης -δημοσιογραφικής, ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής κλπ.-, τη διάθεση ολόκληρης της πολιτιστικής κληρονομιάς, χωρίς αντίτιμο, χωρίς αποκλεισμούς, προκαλώντας βαθιές ρωγμές και αμφιβολίες σε ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης ιδιοκτησίας, δηλαδή της πνευματικής. Προτάσσοντας και επιβάλλοντας την απο-εμπορευματοποίηση του πολιτισμού και την απελευθέρωσή του, το ίντερνετ έφερνε μια υπόσχεση για ισότιμη πρόσβαση στη γνώση και τον πολιτισμό, κάτι εν γένει ανατρεπτικό. Αν η γνώση ήταν κάποτε κλειδωμένη στα μοναστήρια και στις βιβλιοθήκες των προνομιούχων και έπειτα στο πανεπιστήμιο, τώρα η γνώση είχε τη δυνατότητα να βρίσκεται στη διάθεση του καθενός με ένα λάπτοπ και μια σύνδεση. Την ίδια στιγμή, το κόστος και μόνο της κάθε σύνδεσης έδειχνε ικανό να αποζημιώσει τον κάθε δημιουργό για τη δουλειά του. Ίσως η πιο υποδειγματική περίπτωση να είναι αυτή του ακαδημαϊκού χώρου, όπου τα πνευματικά δικαιώματα των έργων των καθηγητών πανεπιστημίου τα διαχειρίζονται εκδοτικοί κολοσσοί που τα μεταπουλάνε στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων, οι οποίες τα είχαν παράξει αρχικά! Με το ίντερνετ, ακόμα και ένας φοιτητής στο Χαρτούμ θα μπορούσε να έχει στη διάθεσή του όλες τις πηγές για να μελετήσει ακόμα και σε επίπεδο διδακτορικού, χωρίς το αντικειμενικό εμπόδιο μιας λειψής βιβλιοθήκης ή, με άλλα λόγια, χωρίς ταξικό πρόσημο: Δεν θα χρειαζόταν πια να εγγραφεί σε κάποιο πανεπιστήμιο του Λονδίνου ή της Νέας Υόρκης για να έχει πρόσβαση στα συγγράμματα των συναδέλφων του. Η εξέλιξη είναι σήμερα γνωστή: Η γνώση παραμένει κλειστή μέσα στα ιδρύματα και η κοινή πολιτιστική κληρονομιά στους ιδιοκτήτες της. Τα κοινωνικά μέσα μετατράπηκαν σε παραδοσιακά μίντια που ελέγχουν τη ροή (οι χρήστες είναι το νέο θέαμα), αν όχι σε περιεχόμενο ανάμεσα σε διαφημίσεις, ενώ έχουν αναδειχθεί στον πιο σκληρό μηχανισμό παρακολούθησης και υποκλοπής. 

5. Η πειρατεία των ταινιών κατεδάφισε όλο το κύκλωμα της εκμετάλλευσης της Β’ προβολής, ενώ εκπαίδευσε πολλούς στο streaming. (Πολύ ενδιαφέρουσα εδώ η διαφορετική προσέγγιση που ακολούθησε η Αμερική από την Ευρώπη: ενώ η πρώτη έμοιαζε πολλές φορές να επιδιώκει να πειρατευτούν οι ταινίες της, η δεύτερη προστάτευσε το προϊόν της. Με μια μορφή πολιτιστικού ντάμπινγκ, το Χόλιγουντ αποίκισε σε πολλαπλάσιο βαθμό την παγκόσμια φαντασία). Το Νέτφλιξ έφτασε πάνω στη στιγμή για να μονοπωλήσει όλον τον καλλιεργημένο χώρο της πειρατείας και της νέας κοινωνικής πρακτικής. Μονοπώλησε τη νέα κουλτούρα, σαν να ήταν προορισμένη όλη αυτή η δυναμική και η ρήξη να γίνει η υπεραξία ενός ιδιοκτήτη. Πλέον, με θεόρατο τζίρο και άλλο τόσο άνοιγμα χρέους, είναι ένας παίκτης που απειλεί να τα καταπιεί όλα, με το σύνηθες σε τέτοια μεγέθη οικονομικό ντάμπινγκ και ένα δραστήριο λόμπινγκ που ανάγκασε ακόμα και την ελληνική πολιτική τάξη στο ξήλωμα των παράνομων σάιτ, όπως δείχνει η συγκυρία. Η ιδιαιτερότητα με το μέγεθος Νέτφλιξ είναι αυτό το συστηματικό και επαναλαμβανόμενο μήνυμα που διασπείρεται εντέχνως σε όλα τα μίντια, κοινωνικά ή μη: Είναι το Νέτφλιξ ο θάνατος του σινεμά; Ένας προβληματισμός άνευ προηγουμένου σε κάθε πρότερη κρίση του κινηματογράφου: με επιθετικό μάρκετινγκ και τοποθετήσεις περιεχομένου, είναι το ίδιο το Νέτφλιξ που διατυπώνει το ερώτημα από πολλαπλά δημοσιογραφικά προσωπεία -τα ίδια που ισχυρίζονται ελαφρά πως οι τηλεοπτικές σειρές είναι πιο κινηματογραφικές από τις κινηματογραφικές ταινίες-, κάνοντας όλο αυτό να μοιάζει με αναγγελία πρόθεσης. Υπό αυτό το πρίσμα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το Νέτφλιξ προσβλέπει και στο box office των κινηματογράφων, την Α’ προβολή των κινηματογράφων. Τα «παράθυρα» εκμετάλλευσης των ταινιών, που τοποθετούν διαχρονικά την Α’ προβολή στην αίθουσα, μοιάζει να αποτελούν εμπόδιο για την ανάπτυξη του Νέτφλιξ, που γνωρίζει πως ο στόχος είναι ο ίδιος με αυτόν της πειρατείας: η Α’ προβολή. Κι αν υπάρχει κάποια αμηχανία που φέρνει χαλαρά επιχειρήματα υπέρ του σινεμά -αναδεικνύοντας κυρίως την κοινωνικότητα του χώρου (αλήθεια, πόσους κοινωνικούς χώρους έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε;), τη σωματικότητα της εμπειρίας, αλλά και τη μοναδική εμπειρία της ταυτόχρονης κοινής θέασης μέσα σε μια αίθουσα-, ίσως το μοναδικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι αν θέλουμε ένα μέλλον με ταινίες που έχουν φτιαχτεί για τη μικρή οθόνη ή για τη μεγάλη. Αν θέλουμε τηλεοπτική εμπειρία ή αν θέλουμε κινηματογραφική εμπειρία. Η σκοτεινή αίθουσα, η μεγάλη οθόνη και η κινηματογραφική ταινία είναι ένα και το αυτό: το σινεμά το ίδιο. Η διαφορά είναι τόσο ουσιώδης όσο και δραματική. Μπορείς να δεις την «Γκουέρνικα» του Πικάσο στο μέγεθος μιας τηλεόρασης, μπορείς να τη δεις και στο Μουσείο της Μαδρίτης στις πραγματικές της διαστάσεις. Παρόμοιες με αυτές της μεγάλης οθόνης. 

 

Cinematek T. 11