Του Τάσου Στεργίου
Την ημέρα που σταμάτησε ο πλανήτης, κανένας δεν κατέβηκε από αυτόν. Κάποιοι πήραν μια βαθιά ανάσα -δεν ήταν ζωή αυτή-, άλλοι απελπίστηκαν και κράτησαν την ανάσα τους μέχρι να εκραγούν. Την ίδια στιγμή, μια αόριστη αίσθηση διαφάνειας σάρωνε τα βλέμματα όλων μας, αποκαλύπτοντας την artificial -και έτσι πιο πολύ αυθαίρετη παρά θέσφατη- μορφή της επιβεβλημένης μέχρι πρότινος ζωής. (Κάποιοι μάλιστα άρχισαν να δυσανασχετούν με τη ξεγυμνωμένη πια παραδοχή πως γεννιόμαστε σε αυτόν τον πλανήτη για να βγάζουμε χρήματα, και όποιος αρνηθεί πεθαίνει).
Σύντομα, και ενώ αυτό το αναπάντεχο σαμποτάζ στο κύκλωμα του εμπορεύματος αποκαθήλωνε το κέρδος σαν τη κινητήρια δύναμη της ζωής, ο πολιτισμός αναδύθηκε από τους αφρούς της ταραχής ως χώρος καλά ορισμένος. Αναδύθηκε με όλο του το βάρος και το μέγεθός του σαν κυρίαρχο συστατικό μιας ζωής που αξίζει κανείς να ζει. Την ώρα που οι φυσικοί του τόποι, οι κοινωνικοί χώροι, οι αίθουσες μπήκαν σε αναστολή ανωτέρας βίας, ο πολιτισμός γιγαντώθηκε ακόμα περισσότερο ως μοναχική δράση και εμπειρία, και πήρε μορφή διατρανώνοντας απερίφραστα την ανυπολόγιστη αξία του. Και τότε, μονομιάς και σε συνέχεια μιας τέτοιας αποκαλυπτικής διάθεσης, έγινε σταθερή συνείδηση πως το μέσο της γενικευμένης διάθεσής του, το ίντερνετ, δεν είναι μια ουδέτερη κατασκευή. Σε καθεστώς διαφάνειας έγινε συνείδηση πως το ίντερνετ αποκτάει αξία από όλα όσα περιέχει, πως το ίντερνετ δεν είναι τα καλώδια και τα βύσματά του, δεν είναι οι αλγόριθμοι και τα κούκις, αλλά τα έργα που προσφέρει - και πως τα έργα δεν τα παράγει το ίδιο.
Γρήγορα έγινε αναπόδραστο δεδομένο -όλοι το παραδέχονταν πια ανοιχτά-, μια αντικειμενικότητα ογκώδης, πως το ίντερνετ χρωστάει στον πολιτισμό πολύτιμο μέρος της θέσης του και -το ίδιο ξαφνικά- έγινε απαιτητό αυτό το χρέος από τους δημιουργούς προς όλους τους παρόχους ίντερνετ. Και γρήγορα στήθηκαν οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης, αυτο-οργανωμένοι από δημιουργούς. Οι σκηνοθέτες στην αρχή δεν ήταν έφταναν, έρχονταν σκηνοθέτες από όλο τον κόσμο, για να γυρίσουν τις ταινίες που χρηματοδοτούσαν και πρόσφεραν κάθε μήνα οι τρεισήμισι-plus εκατομμύρια συνδρομητές τους. Μακριά πια από κάθε έλεγχο επί του έργου, ένιωσαν τότε ελεύθεροι από δημόσιες σχέσεις και τις συνταγές των labs, και το έργο έγινε υπόθεση προσωπική, έργο να σχετίζεσαι συναισθηματικά. Και ο πολιτισμός χρηματοδοτήθηκε με αυτάρκεια, και το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων ανασηκώθηκε τώρα που ήταν όλοι εξοφλημένοι από τη διαδικτυακή κοινότητα να παράξουν το έργο τους.
Και από τότε, οι παραγωγοί, οι σκηνοθέτες και σεναριογράφοι, ολόκληρα συνεργεία ταινιών μπορούσαν να κάνουν τις ταινίες που ήθελαν και να παίζονται στους κοινωνικούς χώρους των αιθουσών, και να διαδίδονται ελεύθερα στον κοινό ηλεκτρονικό μας χώρο. Από τότε έγιναν αυτοδύναμοι και ανεξάρτητοι και απογειώθηκαν, αυτοί και το κοινό τους, χωρίς αστάθμητους παράγοντες, να εκθέσουν και να εκτεθούν μέσα από το νέο έργο τους.
(Και ένα κύμα δημιουργικότητας ανασηκώθηκε στην ατμόσφαιρα, τώρα που οι νεκροθάφτες της είχαν πια ταφεί. Και μεγάλη αναστάτωση προκλήθηκε, από ένα νέο ελεύθερο και ακηδεμόνευτο χώρο που διαφύλασσε την ακεραιότητα όλων όσων ήθελαν να δοκιμαστούν. Και άρχισε ο κόσμος να γράφει και να διαβάζει, να κάνει ποίηση και θέατρο, να κάνει ταινίες, να κάνει τέχνη, χωρίς φόβο πια.)